Όταν η Επανάσταση του 1821, στην οποία έλαβε μέρος όλο το Γένος, έδειξε όλο το μεγαλείο και τις θυσίες της ελληνικής φυλής για την πολυπόθητη ελευθερία, μία άλλη επανάσταση εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, ένα από τα ωραιότερα φαινόμενα της εποχής αυτής. Ήταν το ξεσήκωμα, το φούντωμα ενός ενθουσιώδους Φιλελληνισμού. Ιαχή χαράς και ενθουσιασμού για τα παλικάρια του ’21 που εμάχοντο με γενναιότητα και αυτοθυσία για την ελευθερία της πατρίδας τους, της Ελλάδας. Αυτή τη φορά ανταποκρίθηκαν από τα μέρη της Δύσης οι σοφοί, οι καλλιτέχνες και οι προοδευτικοί πολίτες, η νεότητα της Ευρώπης, η αναθρεμμένη με την κλασσική σοφία, τα κείμενα του Ομήρου, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Αισχύλου και του Σοφοκλή.

Ο πνευματικός φιλελληνισμός της Δύσης, άμεση αντανάκλαση του μεγαλείου της ελληνικής επανάστασης, απέδειξε μια για πάντα την αλληλεγγύη που δένει την Ελλάδα με την πολιτισμένη Ευρώπη, σαν ένα ζωντανό όμως αυτόνομο κομμάτι της Ευρώπης.

Στην αρχή ήρθαν στην Ελλάδα οι λάτρεις του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και οι ρομαντικοί.

 

Ανάμεσά στους Φιλέλληνες από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελβετία, την Αγγλία, τις ΗΠΑ. Γερμανοί θρεμμένοι με τα νάματα του κλασικισμού ήταν οι πολυπληθέστεροι. Ήταν «οι ειλικρινέστεροι και αφιλοκερδέστεροι φίλοι της Ελλάδος» όπως γράφει ο Φωτάκος. Ακόμη και στα διαβατήριά τους ήταν γραμμένα τα εξής περίπου: «Θεέ, σώσε την Ελλάδα! Αναχωρεί ο…….(όνομα, επώνυμο, πατρίδα του φιλέλληνα) στην Ελλάδα ν’ αγωνιστεί με τους αδελφούς Έλληνες, για ν’ απελευθερώσει την πατρίδα του Επαμεινώντα, του Θεμιστοκλή και των άλλων Ελλήνων».

Αν ο φιλελληνισμός αυτός έγινε αφορμή και συνέβαλε αποφασιστικά, ώστε η ελληνική επανάσταση των προγόνων μας του 1821 να καταλήξει σε αίσιο πέρας, κορωνίδα και επιστέγασμα αυτού του κοινωνικού φαινομένου ήταν η συμβολή του μεγάλου Άγγλου ρομαντικού ποιητή Λόρδου Μπάιρον- Βύρωνα. Είναι ο ποιητής που διέθεσε τα πάντα για την Επανάσταση του 1821, την τέχνη του, την επιρροή του, την περιουσία του και τέλος την ίδια τη ζωή του.

Η αφιλοκερδής φιλελληνική του δράση για την ΙΔΕΑ της ελληνικής ελευθερίας και ο πρόωρος θάνατός του στο Μεσολόγγι, το ολοκληρωτικό δέσιμό του με την Ελλάδα μας κάνει να τιμάμε τη μνήμη του με ύψιστο σεβασμό και τιμή.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης στον επικήδειο λόγο του για τον λόρδο Βύρωνα που εκφώνησε την 10/13 Απριλίου 1824 στο Μεσολόγγι μεταξύ των άλλων τόνισε: «…Ήλθε να κακοπαθήσει και αν ταλαιπωρηθεί μαζί μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον με τον πλούτο του, τον οποίον δεν ελυπήθηκε, όχι μόνον με τη γνώσιν, της οποίας μας έδωκεν τόσα σωτηριώδη σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον της τυραννίας και της βαρβαρότητας. Ήλθεν εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των οικιακών του, με απόφασιν να αποθάνει εις την Ελλάδα διά την Ελλάδα. Πώς λοιπόν να μη συντριβή όλων μας η καρδία διά την στέρησιν ενός τέτοιου ανδρός; Πώς να μην κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελληνικού Γένους;»

Τα τελευταία λόγια του ήταν για την Ελλάδα: «Της έδωσα τον καιρό, την υγεία μου, την περιουσία μου, και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;»

Διονύσιος Σολωμός - Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάϋρον

1.

Λευτεριά, γιὰ λίγο πάψε

νὰ χτυπᾶς μὲ τὸ σπαθί.

Τώρα σίμωσε καὶ κλάψε

εἰς τοῦ Μπάιρον τὸ κορμί.

2.

Καὶ κατόπι ἂς ἀκλουθοῦνε

ὅσοι ἐπράξανε λαμπρά.

ἀποπάνου του ἂς χτυποῦνε

μόνο στήθια ἡρωικά.

 

 

Η Βρετανική μούσα (Α.Κάλβος)

κα΄

Ε! των θνητών οι ελπίδες

ως ελαφρά διαλύονται

όνειρα βρέφους· χάνονται

ως λεπτόν βόλι εις άπειρον

βάθος πελάγου.

κβ΄

Ο Βύρων κείται ως κρίνος

υπό το βαρύ κάλυμμα

αθλίας νυκτός· η αιώνιος,

ω λύπη, τον εσκέπασε

110

μοίρα θανάτου.

Μπάιρον (Κ.Παλαμά)

(1824‒1924)

Εκατό χρόνια πέρασαν. Δεν πέρασες. Μιλεί

για σε η κλαγγή του χρυσαϊτού κι η αναπνοή των κρίνων.

Στων Πιερίδων τους ναούς και θρόνοι και βωμοί

για σένα, και στη μνήμη των Ελλήνων.

 

Όπου έκλεισες τα μάτια σου, στη θύμησή μου ακόμα

ξένων ανθρώπων ερχομούς και λατρεμούς κρατώ

στην πέτρα που σ’ ανάπαψε, στο που πάτησες χώμα·

η πέτρα ήταν προσκύνημα· το χώμα φυλαχτό.

 

Τα νησιά της Ελλάδας

Συγγραφέας: Λόρδος Βύρων

Μεταφραστής: Αργύρης Εφταλιώτης

Από τη συλλογή «Παλιοί σκοποί»

 

Τὰ νησιὰ τῆς Ἑλλάδας! ὦ νησιὰ βλογημένα,

Ποῦ μὲ ἀγάπη καὶ φλόγα μιὰ Σαπφὼ τραγουδοῦσε,

Ποῦ πολέμων κ' εἰρήνης δῶρα ἀνθίζαν σπαρμένα,

Ποῦ τὸ φέγγος του ὁ Φοῖβος ἀπ' τὴ Δῆλο σκορποῦσε!

Ἄχ, ἀτέλειωτος ἥλιος σᾶς χρυσώνει ὡς τὰ τώρα,

Μὰ βασίλεψαν ὅλα, ὅλα τἄλλα σας δῶρα!

 

Καὶ τῆς Χίος τὴ Μοῦσα, καὶ τῆς Τέως τὴ λύρα,

Ἀντρειοσύνης κι ἀγάπης δοξαρίσματα πρῶτα,

Σὲ ἄλλους τόπους γιὰ φήμη τὰ μετάφερε ἡ Μοῖρα,

Γιατί ἡ μαύρη τους μάννα μήτε ἄ ζοῦνε δὲ ρώτα!

Κι ἀντιλάλησαν ξάφνω παραπέρα στὴ Δύση

Ἀπ' ἐκεῖ ποῦ ἀνθίζαν τῶ «Μακάρων αἱ νῆσοι».

 

Στοῦ Σουνιοῦ θὰ καθίσω τὸ μαρμάρινο βράχο,

Σύντροφό μου τὸ κῦμα τοῦ Αἰγαίου θὰ κάνω,

Αὐτὸ ἐμένα νἀκούγῃ, κ' ἐγὼ ἐκεῖνο μονάχο,

Κ' ἐκεῖ ἀπάνω σὰν κύκνος μὲ τραγούδι ἄς πεθάνω.

Δὲ σηκώνει ἡ ψυχή μου σκλάβα γῆ! Χτύπα κάτω

Τῆς σκλαβιᾶς τὸ ποτήρι, κι ἄς πάῃ νἆναι γεμᾶτο!